Ζωηρός έφηβος ο Αύγουστος. Κυνικός, περιπαικτικός. Από 'κείνους που το'νιωσαν τι έχουν ανάμεσα στα σκέλια τους και έχουν τόση λαχτάρα για τη ζωή. Με αυτό το ειρωνικό ύφος με κοιτάει. Τρέχει γοργά προς το μέρος μου. Είπε και στους διπλανούς του να με πειράξουν. Δεν το κατάφεραν πιο πριν. Μονάχα, εκείνος ο νεαρός ο Ιούλης κάτι έκανε. Άθελά του, όμως.
Αυτός συνεχίζει να τρέχει. Καλπάζει όλο και πιο γρήγορα. Εγώ κοντοστέκομαι. Τόση περιέργεια έχω τι θέλει να μου πει τόσο χαιρέκακα. Μάλλον κατάλαβα. Θέλει να μου πάρει το μυαλό σαν τον πατέρα του, τον περσινό. Θέλει να μου θυμίσει, εκείνος τι μου είχε προσφέρει. Πως μου είχε πάρει τα λογικά.
Τούτος εδώ, όμως, κρατάει και κάτι στην χούφτα του. Μια λιχουδιά, ένα μεζέ, ένα ραβασάκι. Δεν ξέρω. Κάτι καλό πρέπει να είναι. Κάτι διαφορετικό. Κάτι ευοίωνο...